ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Clandestin (adj)
Ελληνικά : Λαθραίος, Παράνομος
Αγγλικά : Clandestine, Illegal
Γερμανικά : Illegal, verstohlen
Επιστροφή