ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Συνδικαλισμένος
Αγγλικά : Unionized
Γαλλικά : Syndiqué (adj)
Γερμανικά : gewerkschaftlich organisiert
Επιστροφή