ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Exhausting
Ελληνικά : Εξαντλητικός, Προκαλεί υπερκόπωση
Γαλλικά : Surmenant, Usant
Γερμανικά : Erschöpfend, Ursachen ueberstrahlt
Επιστροφή