ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Circuler
Ελληνικά : Κυκλοφορώ
Αγγλικά : Circulate (to), move along (to), walk (to)
Γερμανικά : bewegen
Επιστροφή