ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Surcapitaliser
Ελληνικά : Εκμεταλλεύομαι σε υπερβολικό βαθμό
Αγγλικά : Overcapitalize (to)
Γερμανικά : Exploit zu viel
Επιστροφή