ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Styliser
Ελληνικά : Στυλιζάρω
Αγγλικά : Stylize (to)
Γερμανικά : stilisieren
Επιστροφή