ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Oil crisis
Ελληνικά : Πετρελαϊκή κρίση
Γαλλικά : Choc pétrolier, Crise pétrolière
Γερμανικά : Ölkrise
Επιστροφή