ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Σπεύδω σε βοήθεια κάποιου
Σπήλαιο
Σπηλαιολογία
Σπηλαιολόγος
Σπιτάκι φύλακα
Σπίτι
Σπίτι προς πώληση
Σπίτι χωρίς ανελκυστήρα
Σπιτικό
Σπιτονοικοκυρά
Σπιτονοικοκύρης
Σπιτονοικοκύρης (καθομιλ.)
Σπόνσορας
Σπόνσορας (οικονομικός όρος)
Σπόρ αυτοκίνητο
Σπορά
Σπορέας

Επιστροφή