ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Προσδίδω ριζοσπαστικό χαρακτήρα
Προσδιορίζω
Προσδιορίζω αξία
Προσδιορισμένος
Προσδιορισμός
Προσδόκιμο ζωής
Προσεγγίζω κάποιον
Προσέγγιση
Προσέγγιση των ανθρώπων
Προσέλευση πελατείας
Προσέλκυση αγορών
Προσέχω
Προσηλυτισμός
Προσήλυτος
Πρόσθετη επιβάρυνση
Πρόσθετη εργασία
Πρόσκαιρο

Επιστροφή