ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Προληπτικό μέτρο
Προληπτικός
Προληπτικός εμβολιασμός
Πρόληψη
Πρόληψη της παραβατικότητας
Πρόληψη του εθισμού στα ναρκωτικά
Πρόληψη φυσικών κινδύνων
Προμαθητεία
Προμελέτη
Προμήθεια
Προμήθειες
Προμήθειες και υπηρεσίες
Προμηθεύομαι
Προμηθευτής
Προμηθευτής, τροφοδότης
Προμηθεύω
Προνοητικός

Επιστροφή