ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Περιέρχομαι στην ιδιοκτησία του Δημοσίου
Περιέχω
Περιηγούμαι
Περιθωριακός
Περιθωριοποιώ
Περικλείω
Περικοπή
Περικοπή θέσεων εργασίας
Περικοπή προσωπικού
Περικοπή/περιστολή δαπανών
Περικόπτω
Περικύκλωση
Περιληπτικός
Περίληψη
Περίμετρος
Περιοδεία
Περιοδική δημοσίευση

Επιστροφή