ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Άνοδος
Άνοδος στην τιμή των σπιτιών
Ανόθευτος
Άνοιγμα
άνοιγμα (φρεατίου, υπονόμου)
Ανοίγομαι
Ανοίγω
Ανοίγω μαγαζί
Ανοίγω με γεωτρύπανο
Ανοίγω/ κλείνω τη συνεδρίαση
Ανοικοδόμηση
Ανοικοδομώ
Ανοικοδομώ κτίριο
Ανοικτή εξόρυξη
Ανοικτός
Ανοιχτή πισίνα
Ανοιχτή πίστωση

Επιστροφή