ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Επαναστατικός
Επαναστέγαση
Επαναφέρω
Επαναφόρτωση (εμπορευμάτων)
Επαναχρησιμοποιήσιμος
Επαναχρησιμοποιούμενα (παλαιά μέταλλα)
Επάνδρωση
Επανεγκαθιστώ
Επανεγκατάσταση
Επανεισάγω
Επανεισαγωγή
Επανεκλέγω
Επανεκλέξιμος
Επανεκλογή
Επανεκπαίδευση
Επανεκτίμηση
Επανεκτιμώ

Επιστροφή