ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Εξατομικεύω
Εξατομικεύω
Εξαφανίζομαι
Εξαφάνιση
Εξαφάνιση (είδους)
Εξαφανισμένος
Εξεγείρομαι
Εξεγερμένος
Εξέγερση
Εξέδρα άντλησης
Εξέδρα γεώτρησης πετρελαίου
Εξέδρα εκτόξευσης
Εξειδικευμένη εργασία
Εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό
Εξειδικευμένος αρχιτέκτονας
Εξειδίκευση
Εξέλιξη

Επιστροφή