ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ενισχύσεις (στρατός, κλπ.)
Ενίσχυση
Ενίσχυση βιομηχανικών επενδύσεων σε αγροτικές περιοχές
Ενίσχυση για αναδάσωση σε αγροτικές περιοχές
Ενίσχυση εξαγωγών
Ενίσχυση καινοτόμων προγραμμάτων
Ενισχυτικό μάθημα
Ενισχύω
Ενοικιαζόμενο ακίνητο (ως επένδυση)
Ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο με οδηγό
Ενοικιάζω
Ενοικιάζω δωμάτιο σε ξενοδοχείο
Ενοικίαση
Ενοικίαση κατοικιών
Ενοικιάσιμος
Ενοικιαστής
Ενοίκιο

Επιστροφή