ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Συγκροτώ
Συγκροτώ εταιρία
Σύγκρουση
Σύγκρουση συμφερόντων
Συγκυριαρχία
Συγκυριότητα
Συγυρίζω
Συγχρηματοδoτώ
Σύγχρονη γλώσσα
Σύγχρονος
Συγχρωτισμός
Συγχωνεύομαι
Συγχώνευση
Συζήτηση
Συζητώ
Συζυγική στέγη
Σύζυγος

Επιστροφή