ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Διατήρηση των φυσικών πόρων
Διατηρητέο μνημείο
Διατηρώ
Διατηρώ κάτι σε άλμη
Διατηρώ σχέσεις
Διατηρώ την τάξη
Διατηρώ, συντηρώ
Διατμηματικό
Διατριβή
Διατροφή
Διατροφικές ανάγκες
Διατροφική ανεπάρκεια
Διατυπώνω
Διατυπώνω κάτι γραπτώς
Διατύπωση
Δίαυλος
Διαφέρω

Επιστροφή