ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ανασυγκροτώ
Ανασύσταση
Ανασύσταση προσωπικού
Ανάσχεση
Ανασχηματίζω
Ανασχηματισμός
Ανατίμηση
Ανατιμώ
Ανατινάζω
Ανατρεπτικά
Ανατρεπτικός
Ανατρέπω
ανατρέπω την κατάσταση
Ανατρέφω
Ανατρέχω
Ανατροπή
Ανατροπή κατάστασης

Επιστροφή